Βυζαντια

Βυζαντια
    Βυζαντία
     византийка Anth.

Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Смотреть что такое "Βυζαντια" в других словарях:

  • Βυζαντία — Βυζαντίᾱ , Βυζάντιος fem nom/voc/acc dual Βυζαντίᾱ , Βυζάντιος fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Βυζαντίᾳ — Βυζαντίᾱͅ , Βυζάντιος fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Βυζάντια — Βυζάντιος neut nom/voc/acc pl Βυζάντιος neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Βυζαντίας — Βυζαντίᾱς , Βυζάντιος fem acc pl Βυζαντίᾱς , Βυζάντιος fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Βυζαντίαν — Βυζαντίᾱν , Βυζάντιος fem acc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»